Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Ο Κύκλος


Σε ρίχνουν Πέφτεις από τα σύννεφα και σε γκρεμίζουν γκρεμίζεσαι.
Προσπαθείς να βρεις τρόπο να ξεφύγεις αλλά σε αναγκάζουν αποφασίζεις να μείνεις.
Βρήκες το κλειδί αλλά στο άρπαξαν το έχασες.
Θέλεις να ουρλιάξεις αλλά σου κλείνουν το στόμα σωπαίνεις. Οικιοθελώς.

Τρέχεις, σε πιάνουν.
Χτυπιέσαι, σε χτυπάνε περισσότερο.
Θέλεις το καλό τους.
Το βρίσκουν δειλία.
Σου παρουσιάζουν την ελευθερία σου ως ένα παιχνίδι:
Γελάς, χάνεις.
Κλαις, χάνεις.
Κάνεις αυτό που θέλουν – τους ακολουθείς. Χάνεις.
Πας να ξεφύγεις πάλι.
Τρέχεις.
Σε πιάνουν.
Δεν χτυπιέσαι πλέον.
Περιέργως, δεν σε χτυπάνε ούτε αυτοί.
Δεν θέλεις το καλό τους τώρα. Να πάνε να πνιγούν.
Σε βρίσκουν ήρωα. Με όραμα. Νέο αίμα.
Γελάς και χάνεις.
Το λατρεύεις.
Κλαις; Δεν κλαις. Προτιμάς τα δάκρυα στους άλλους.
Τους νέους δειλούς πάνω στο παρασκήνιο.
Δεν κάνεις αυτό που θέλουν. Κάνουν αυτό που θες.
Σε ακολουθούν.
Σε λατρεύουν.
Γίνεσαι ο θεός τους.
Ανεβαίνεις στα ουράνια.

Και ύστερα σε ρίχνουν από τα σύννεφα πάλι.

Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Two important things(!)


Παρακολουθώ σκηνές από διάφορες ταινίες ή σειρές, από εκείνες που πριν πέσει ο τίτλος, βλέπεις ένα “Based In A Real Life Story”, όπου υπάρχει ένα κινητό με εκείνον που θα πατήσει οποιοδήποτε κουμπί, οποιασδήποτε λειτουργίας (συνήθως με αυτή τη κίνηση θα ενεργοποιηθεί κάποια βόμβα μεγαλύτερη και από το αυτοκίνητο που χρειάστηκε να μεταφερθεί), έχοντας ως αποτέλεσμα να ακουστεί το χαρακτηριστικό μπιπ, ακόμα και δέκα τετράγωνα πιο κάτω. Πιθανόν αυτό θα γίνει για να γίνει αντιληπτό από τον τύπο που έχει προηγουμένως περάσει από την Αποκάλυψη, έχει ανέβει στο Έβερεστ, έχει πέσει από την υψηλότερη κορυφή του, και ύστερα, στους πρόποδες του βουνού, τον βρήκαν Ζουλού ∙ οι Ζουλού τον βίασαν, του είπαν να φάει το δεξί του πόδι και εκείνος τους άκουσε, τον ανάγκασαν να μπει στο στομάχι ενός δράκου και να τον σκοτώσει μόνο με δύο κουτάλια, όσο εκείνος σιγοκαίεται πάνω από μια αρμενική φωτιά. Αμέσως μετά, ο ίδιος ήρωας έχει μπει κρυφά σε ένα αεροπλάνο που έρχεται από την Καλαμάτα (κατάφερε να το σκάσει καβαλικεύοντας μία κότα), με προορισμό την Ισπανία, που στην πραγματικότητα όμως πηγαίνει στην Αμερική, όπου και αποβιβάζεται (ας μην ξεχάσουμε ότι το Hollywood βρίσκετα στο Los Angeles). Όταν όμως πατάει US έδαφος, η CIA, το FBI, η NSA και οι Μυστικές Υπηρεσίες αναγκάζονται να τον συλλάβουν γιατί πριν ξεκινήσει για όλα αυτά, έμαθαν πως άφησε το μάτι της κουζίνας ανοιχτό. Με το που το σκάει όμως από την φυλακή υψηλής ασφάλειας, μαθαίνει πως χρειάζεται να σώσει επίσης την μικρή πόλη του, που δεν βρίσκεται καν στον χάρτη, αλλά έχει συναισθηματική αξία για εκείνον και το παπαγαλάκι του. Ο συγκεκριμένος ήχος (το μπιπ) θέλει να δείξει στον θεατή ότι έχουμε να κάνουμε με αληθινό κινητό και πως μπορεί η πίτσα που έφαγε ο ήρωας λίγο πριν τον πιάσουν αιχμάλωτο οι Ζουλού, ήταν από μεμβράνη γυμνοσάλιαγκα, μερικά πράγματα όμως έχουν καθαρή αξία (πχ, η καθιερωμένη διαφήμιση της Motorola που δείχνει πως είτε είσαι πεντάχρονο, σκύλος, κλέφτης, ήρωας ή ο περιπτεράς, θα έχεις το ίδιο ακριβώς μοντέλο). Μέσα σε όλα αυτά, παραμένει η ιστορία να είναι βασισμένη σε αληθινά γεγονότα.

Έχω βάλει στο μάτι το τελευταίο κρουασάν πάνω στο τραπέζι της κουζίνας και επειδή δεν έχω φάει κανένα από τα προηγούμενα που αγόρασε η αγαπητή μητέρα, πιστεύω πως το σπίτι δεν κατοικείτε από πιθήκους, και θα έχουν την κοινή λογική να μου το αφήσουν. Δεν περνάει πεντάλεπτο που πάω στο δωμάτιο μου και με το που γυρίζω στην κουζίνα, το κρουασάν έχει εξαφανιστεί, φαγωθεί και το περιτύλιγμα είναι ήδη πεταμένο στον κάδο, με συνολικό χρόνο των παραπάνω κινήσεων λιγότερο από δύο λεπτά. Την ίδια ημέρα, το ίντερνετ κόβεται και επειδή είναι συνηθισμένο φαινόμενο, φωνάζω στον αδερφό μου να κάνει μια επανεκκίνηση στο modem, για να ξεκολλήσει το σύστημα. Εξακόσες είκοσι ημέρες αργότερα, ακόμα δεν το έχει κάνει. Όταν του το υπενθυμίζω, ουρλιάζει πως το άκουσε και θα το κάνει. Δεν αναφέρω το κρουασάν. Αλλά θα το θυμάμαι.

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

"Please, mind the gap."


Βλέπεις την γκόμενα στη ταινία να βγάζει προκλητικά τον στυλό και να γράφει παθιασμένα σε μία περιέργως ωραία χαρτοπετσέτα, τον αριθμό του κινητού της. Αμέσως μετά, επειδή τα λεπτά στη μεγάλη οθόνη είναι πολύτιμα, σηκώνει γατίσια το βλέμμα της και με ένα απλό, «This is my personal number. Feel free to call», κλείνει την σκηνή. Τώρα, δεν θέλω να ακουστώ σπασαρχίδης, αλλά υπάρχουν κενά που πρέπει να καλυφτούν εδώ πέρα.

Κενό #1: Το Μαγικό Στυλό

Δεν ξέρω που στον διάολο βρίσκουν τόσο εύκολα στυλό στις ταινίες, πάντως σε οποιαδήποτε περίπτωση να χρειαστεί, ακόμα και ο ντελιβαράς της επόμενης γειτονιάς θα έχει πάνω του έναν. Και πες πως στην Αμερική και στο Hollywood όλοι έχουν αυτή την ξαφνική μανία να κουβαλάνε πάνω τους πάντα, σε περίπτωση ανάγκης… εγώ γιατί ποτέ δεν βρίσκω στην τσάντα μου, όταν χρειάζεται να γράψω; Μέχρι και το μπροστινό θρανίο θα έχει έλλειψη!

Κενό #2: Η Επιφάνεια Του Σκότους

Αν υπάρχει και φαίνεται, μπορεί να γράψει και να υποστεί γραφή. Ίσως στην Ελλάδα να έχουμε έλλειψη καλών υλικών, ίσως πάλι μερικά χαρτιά να είναι χάλιας ποιότητας και γι’ αυτό όταν θέλω να γράψω μισή παράγραφο μέσα σε τρία λεπτά, το μόνο που θα εμφανιστεί είναι κάποια αποκομμένη σκιά γραμμάτων που με λίγη τύχη, κάποιος πράκτορας της CIA θα καταφέρει να φέρει στην επιφάνεια. Αν λάβουμε υπόψη πως δεν φταίει το μελάνι του στυλού (ας υποθέσουμε πως έχεις και εσύ έναν μαγικό στυλό, σαν την γκόμενα της ταινίας), το χαρτί είναι όντως χάλια, άρα υπήρχε προφανής λόγος που δεν μπόρεσες να γράψεις γρήγορα, τέλεια και χωρίς ατυχήματα. Αναρωτιέμαι τώρα εγώ, πώς η ξανθιά κατάφερε να γράψει με τέλεια καλλιγραφικά γράμματα, χωρίς να τρυπήσει ούτε λίγο την βελούδινη χαρτοπετσέτα, την οποία όχι μόνο δεν στηρίζει πάνω στο τραπέζι του μπαρ, αλλά το κρατάει μάλιστα και με ταχυδακτυλουργικά κόλπα πάνω στον άλλον; Αν δεν είσαι ο Σούπερμαν, δεν δέχομαι πως το χιμπατζίδικο στήθος σου is made of steel.

Κενό #3: Η Βελούδινη Χαρτοπετσέτα

Ναι, εντάξει, και εγώ πήγα σε μπαρ άγνωστης περιοχής και το πρώτο που μου προσέφεραν ήταν το μαντήλι της βασίλισσας Ελισάβετ. Της πρώτης.

Κενό #4 (προσωπικό αγαπημένο): Παράπλευρες Απώλειες

Ούτε μία στο εκατομμύριο δεν θα δεις πραγματικά κάποια γυναίκα να είναι τόσο πρόθυμη να σου δώσει τον αριθμό της. Εκτός αν είναι γιατρός, δικηγόρος ή κάτι παρόμοιο που θα σε βγάλει από δύσκολη θέση, δεν θα το παίξει εύκολη. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, το μεγαλύτερο gap στην ιστορία των ταινιών είναι να βλέπεις κάτι παρόμοιο να γίνεται. Και ακόμα και όταν γίνεται η περίπτωση με την γυναίκα γιατρό ή δικηγόρο, η ίδια έχει παρόμοιους σκοπούς για τον τύπο της ταινίας. Τέτοιου είδους γκόμενες ΔΕΝ θα είχαν ποτέ πάνω τους στυλό στην πραγματική ζωή. Hollywoods raising the expectations και η Big μπαίρνει τσάμπα τα πάνω της. Μόνο σε περίοδο εξετάσεων θα συνεχίζει να βγάζει αρκετά λεφτά.

Κενό #5: “ET wants to go home…”

Τέλος, καλύτερο θα ήταν να το πάρεις απόφαση: τα πορνό και οι ρομαντικές ταινίες δεν βγαίνουν στην πραγματικότητα. Αν θες το τηλέφωνό της και αν εσύ σκοπεύεις να του δώσεις το δικό σου, προτείνω μία καλή ανταλλαγή σελίδων στον Χρυσό Οδηγό. Το να παρακολουθείς τον άλλον, πέρα από τα νομικά προβλήματα που μπορεί να σου προκαλέσει, σου φέρνει και την χαρά πως κατάφερες κάτι μόνος σου, χωρίς τις γύφτικες πεφτουλιανές χαρές που κάνεις, κουνώντας τα αυτάκια.




Hope it clears things out.




Κυριακή 22 Απριλίου 2012

iGod

Κάθομαι στο τραπέζι της κουζίνας και κοιτάω το κενό, καθώς ρουφάω τα δημητριακά μου. Η τηλεόραση, που από αυτή τη θέση μπορώ να τη δω (ο πατέρας μου ήταν ευγενικός αρκετά για να μου δώσει τη θέση του), παίζει κλασσικά κάτι που δεν με ενδιαφέρει και η μάνα μου κοιτάει με προσήλωση για το ποιος θα κερδίσει το νέο iPad. Δεν ξέρει τι ακριβώς είναι, απλά το αφήνει στη σκέψη της ως κάτι άκρως σημαντικό για τους hipster που μόλις βρούμε περισσότερα χρήματα, θα αγοράσει ή εγώ ή ο αδερφός μου, και τότε επιτέλους θα δει τι είναι. Νομίζεις δεν ξέρω πως πάνε αυτά;
Ο αδερφός μου άφαντος στο δωμάτιό του, ο πατέρας μου δίπλα μου τρώει κάτι που μοιάζει με απαρχαιωμένα μακαρόνια με πολύ πιπέρι. Και του αρέσει. Τα δώδεκα χρόνια στην Ιταλία τον έχουν καταστρέψει. Συνεχίζω να ρουφάω τα δημητριακά μου και επειδή αύριο είναι ημέρα σημαντική (πρώτη ημέρα σχολείου μετά από διακοπές – many casualties ahead), ανοίγω συζήτηση με τον Θεό, ή κάποιον συνονόματό του που έχει ακριβώς τις ίδιες προδιαγραφές: προσευχή για να πιάσεις κουβέντα μαζί του. Κοιτάω λίγο προς το ταβάνι και κάνω πως κοιτάω κατάματα Εκείνον. Χαμογελάω λίγο άβολα και ο πατέρας μου αγνοεί το ότι είμαι χαρούμενη με το να έχω το κεφάλι μου στραμένο στον πολυέλαιο. Από τη στιγμή που δεν σκοπεύω να περάσω σκοινί, όλα είναι καλά. Εντωμεταξύ, εγώ περιμένω να ανοίξει η επικοινωνία με τον Μέγιστο και μετά από λίγο είμαι έτοιμη.
«Με κάλεσες;», μου λέει μέσα στο κεφάλι μου και νομίζω τον ξύπνησα. «Τι μπορώ να κάνω για εσένα;», ρωτάει όσο πιο ευγενικά μπορεί.
Σηκώνω τους ώμους μου, περισσότερο στον εαυτό μου, γιατί δεν είχα σκεφτεί πολύ αυτή τη συζήτηση. «Απλά θέλω να ζητήσω συγνώμη», του απαντάω τελικά, πάλι μέσα στο κεφάλι μου.
«Γιατί;», ξαναρωτάει.
«Ξέρεις… Για τη σχολική χρονιά που πέρασε σιγά-σιγά», εξηγώ διστακτικά.
Τον ακούω να ξεφυσάει και χάνει λίγο απότομα την υπομονή του. «Όχι πάλι αυτό! Σου έχω πει! Δεν έχω πρόβλημα με το να μη διαβάζεις – δεν έχω πρόβλημα με το να μην παίρνεις καλούς βαθμούς!», σχεδόν φωνάζει. Άουτς.
«Το ξέρω, το ξέρω», προλαβαίνω και του λέω, για να τον καθησυχάσω. «Απλά… Συγνώμη που δεν είμαι καλύτερη χριστιανή». Ελπίζω να μην δει πως δεν πιστεύω καν στην ίδια του την οντότητα.
«Όχι, δεν ζητάς πραγματικά συγνώμη», μου το παίζει έξυπνος. «Αν ήθελες πραγματική συγχώρεση θα με καλούσες πριν δεν διαβάσεις, στην αρχή της χρονιάς». Αναρωτιέμαι αν πρέπει να διαμαρτυρηθώ – ολόκληρο αγιασμό κάνουμε κάθε Σεπτέμβρη! Αποφασίζω πως πρέπει να τον αφήσω να βγάλει ό,τι θέλει από μέσα του. «Να με καλείς μετά από κάθε φορά που το κάνεις, ή καλύτερα, που δεν το κάνεις, είναι απλά παρενόχληση. Και κάθε φορά σου λέω πως δεν πειράζει, οπότε σταμάτα να με καλείς γι’ αυτό, αφού έχει γίνει. Γιατί να με ενδιαφέρει που δεν διάβασες ΚΑΙ αυτή τη χρονιά;». Με κάνει να πιστεύω πως δεν ενδιαφέρεται για τον αν βρω δουλειά και μετά θυμάμαι πως ζω στην Ελλάδα, οπότε έχει τα δίκια του και δεν τον πολύκατηγορώ.
 «Απλά δείχνει περισσότερο αμαρτωλό, κατά κάποιον τρόπο…», αρχίζω να λέω, αλλά με μία δυνατή φωνή μου ουρλιάζει, «ΔΕΝ ΜΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ» και κλείνει την σύνδεση πολύ άγαρμπα.
Ο πατέρας μου ξαφνικά με κοιτάει κάτω από το γεμάτο πιπέρι μουστάκι του. Σηκώνει το ένα του φρύδι. «Είσαι πολύ ήσυχη σήμερα», λέει παραξενευμένος.

Ένα μεγάλο κενό σκέψης…

«Νομίζω πως νευρίασα τον Θεό», του λέω τελικά.
Κουνάει αδιάφορα το κεφάλι του. «Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες».


. . .

Σάββατο 14 Απριλίου 2012


Σήμερα μάλωσα μαζί της. Τίποτα φοβερό, συμβαίνει συχνά. Περισσότερο από ότι θα έπρεπε. Αλλά για κάποιον λόγο μου έμεινε περισσότερο. Έφταιγε. Ή έφταιγα; Δεν θυμάμαι, μπορεί να ήταν και κάποιος εξωτερικός παράγοντας. Λίγες φορές που είναι ο τρίτος η αιτία, αλλά σε αυτό το σημείο μπορεί να υπήρχε και λάθος διαμόρφωση στο φενκγ σούι. Μπορεί να πέρασε μαύρη γάτα από μπροστά μου. Ναι, νομίζω είδα εχθές μία. Δεν πιστεύω σε μαύρες γάτες και κακή τύχη όμως. Μάλλον επειδή δεν νιώθω να έχω τύχη γενικά. Δεν ξέρω. Δεν είναι καν αυτό το θέμα.
Όπως πάντα υπήρχε παρεξήγηση. Πιθανόν εκείνη είχε ακούσει ότι ήθελε (κλασσικό) και εγώ την είχα αφήσει να πιστεύει σ’ αυτό που ήθελε επειδή βαριόμουν να πάρω τα μάτια μου από τον υπολογιστή (επίσης κλασσικό). Καταλήξαμε να φωνάζουμε η μία στην άλλη τουλάχιστον τέσσερις φορές, και αυτές αποκλειστικά στο σπίτι. Μετά φύγαμε, προσπέρασα και λίγο στα γρήγορα το ότι μου τα είχε κάνει ρακέτες με το «Ντύσου γρήγορα!» και «Θα αργήσεις. Θα φύγω μόνη μου!», ενώ εκείνη άργησε να ετοιμαστεί. Άι σιχτήρ με τα ρολόγια, στο κάτω-κάτω. Μετά μαζευτήκαμε κοντά στον κόσμο, στην πλατεία, και μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να μου κάνει κήρυγμα μπροστά σε όλους πως πάντα έτσι είμαι όταν βγαίνω μαζί της, και εγώ να λέω «Σταμάτα», μέχρι να απαντήσω «Γι’ αυτό δεν βγαίνω ποτέ μαζί σου», σε απόλυτα λογικό τόνο, με είχε ρωτήσει ήδη αρκετές φορές για το τι έχω. Σε όλες απάντησα πως είμαι καλά. Στις δύο τελευταίες τα παράτησε και είπε να πάω να κάνω ότι θέλω. Μπορεί να με διαολόστειλε. Δεν θυμάμαι, συνηθισμένο φαινόμενο έτσι κι αλλιώς.
Έχει μια μανία να μου πιάνει το χέρι μπροστά σε όλους. Το παρακάνω κι εγώ, είμαι περίεργος χαρακτήρας και δεν μ’ αρέσει να με κάνει να νιώθω μικρότερη από ότι ήδη είμαι. Ίσως απλά δεν έχω συνηθίσει σε τέτοια. Μπορεί και άλλα άτομα στην ηλικία μου, ή ακόμα και μεγαλύτερα, να κρατάνε έτσι χέρια. Σε μεγαλύτερες ηλικίες δείχνει γλυκό, σε μικρότερες επιβάλετε. Ακόμα στην μέση είμαι, ρε πούστη μου. Τέλος πάντων, της είπα να σταματήσει να το κάνει και σε κάποιο σημείο το βρήκε προσβλητικό και νευρίασε. Δεν μου μίλησε για… τρία δεύτερα; Ή παραπάνω, γιατί εγώ σχολίασα κάτι άσχετο, για ανθρώπους στα μπαλκόνια. Μάλλον φοβήθηκα να την χάσω από το μέρος μου, όσο και αν την διώχνω, και έπιασα αμέσως συζήτηση. Περίμενα να απαντήσει με προσμονή πάντως. Αμέσως μετά βέβαια δεν χρειάστηκε να σπάσει κάποιος πάγος. Που να προλάβει να δημιουργηθεί, τώρα που τα λέμε, αφού αμέσως σχολίασε πως το κινητό της μπροστινής, που το είδε να αναβοσβήνει μέσα σε ξένη τσάντα, χτυπάει.
Μου νευρίασε, της νευρίασα. Ακόμα νευριασμένη είμαι. Θα μου περάσει, μέχρι να νευριάσω για κάτι άλλο ακόμα περισσότερο. Πάντως, στο τέλος της βραδιάς την ρώτησα πως πέρασε. Κάτι είναι κι αυτό.


Τετάρτη 4 Απριλίου 2012


Όλες οι μεγάλες δημιουργίες γίνονται είτε στα Θρησκευτικά ή, στην παρούσα περίπτωση, στα Μαθηματικά...



What If



What if the Link never existed,
and what if the lines were never crossed?
What if dying was nearly good as living,
and what if life greeted death’s distant echoes?

What if the things I mistake for beauty
are the ones you despise above your all?
What if your mending feels like stabbing;
what if this is as far as I can go?

What if your mazes are too complicated and
what if my freedom is not what I seize?
What if my heart is better off bleeding;
what if your help is the least I seek?

What if your if’s are lacking feeling and
what if your never’s are good as fake?
What if my heartache is your pain-killer;
what if this medicine gives more than it takes?

But…

What if this Link is overrated
And what if this Link existed not?
What in the world would make it worthless,
if you are the one that makes it whole?

What if you don’t feel like returning,
what if your fights are well behind?
What if your power to make this happen,
vanished before you realized?

What if I’m left behind crawling,
and what if you stab me one more time?
What if your knife is getting deeper,
what, oh what, if I don’t want you to be mine?

What if your if’s are now lifeless
and the feelings that used to, ceased to be?
What if your never’s became taller,
and tried their best to make you bleed?

But most of all,
what if my heartache stopped the healing,
what if this medicine made you weak?
What if my if’s are still trembling…
What, oh what, if it makes you leave?